Ο Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ (1890-1937) είναι ο άνθρωπος που επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τη λογοτεχνία του Φανταστικού του 20ου αιώνα.
Σε όλα τα πεδία της μοντέρνας φαντασίας, είτε πρόκειται για λογοτεχνία υπερφυσικού τρόμου, είτε για επιστημονική φαντασία, είτε για επική ή ηρωική φαντασία, δεν υπάρχει ούτε ένας συγγραφέας που να μην έχει επηρεαστεί σε ένα ή πολλά επίπεδα, από το απίστευτο όραμα του.
Οι μεγάλοι και αναγνωρισμένοι Ώγκαστ Ντέρλεθ, Ρόμπερτ Μπλοχ, Κλαρκ 'Αστον Σμιθ, Ρόμπερτ Χάουαρντ, Φριτς Λάιμπερ, Μπράιαν Λάμλεϋ, Ράμσεϋ Κάμπελ, Φίλιπ Κ. Ντικ, Ρέη Μπράντμπερυ, Στήβεν Κινγκ, Κλάιβ Μπάρκερ, Ρόμπερτ 'Αντον Γουίλσον, Κέννεθ Γκραντ, Χόρχε Λουίς Μπόρχες -καθώς και μια ατελείωτη ακόμη σειρά συγγραφέων, που συνεχίζουν να δημιουργούν και είναι ακόμη πολύ νέοι για να τους γνωρίζουμε και να τους αναφέρουμε- έχουν «δανειστεί» και εξέλιξαν το όραμα που ο Λάβκραφτ δημιούργησε.
Αυτό το εφιαλτικό αλλά και τόσο εμπνευστικό «όραμα», που διαφαίνεται μέσα από όλα τα κείμενα του Λάβκραφτ, είναι αυτό που αργότερα ονομάστηκε από τον 'Ωγκαστ Ντέρλεθ «Μυθολογία Κθούλου» (Cthulhu Mythos).
Δεν πρόκειται για μια αυστηρά δομημένη μυθολογία, αλλά για κάποιες απλές παρατηρήσεις σ' ένα κοινό σεναριακό υπόβαθρο, που φαίνεται να συνδέει τις ιστορίες του Λάβκραφτ. Το όνομα της προέρχεται από το πλοκαμοφόρο εξωγήινο τέρας που ονειρεύεται και περιμένει στην βυθισμένη πόλη της R'lyeh, που είναι και η κύρια ιδέα του κλασικού πια αριστουργήματος του Λάβκραφτ "Το Κάλεσμα του Κθούλου" (The call of Cthulhu).
Για τους περισσότερους αναγνώστες, η Μυθολογία έχει σαν βασικό της χαρακτηριστικό μια σειρά από εξωγήινες οντότητες, που περιλαμβάνουν τον Γιογκ-Σοθώθ, τον Νυαρλαθοτέπ και τον ηλίθιο θεό Αζαζώθ, που ξαπλώνει στο κέντρο του Υπέρτατου Χάους «περικυκλωμένος από την βραδυκίνητη ορδή των ηλίθιων και άμορφων χορευτών του και υπνωτισμένος από το χαμηλό, μονότονο σφύριγμα ενός δαιμονικού φλάουτου, κρατημένου σε ανώνυμες οπλές».
Αυτό το πάνθεο των Εξώτερων θεών, που στη Μυθολογία Κθούλου ονομάζονται Μεγάλοι Παλαιοί, παραφυλάει στα όρια της δικιάς μας χωροχρονικής συνέχειας, και εισβάλλει στον κόσμο μας μέσα από «σχισίματα της πραγματικότητας», που προκαλούνται από παράξενες επιστημονικές μεθόδους, όνειρα και φριχτές τελετουργίες.
Ο ανοιχτόμυαλος μελετητής δεν θα παρατηρήσει μόνο την αξία της έμπνευσης όλων αυτών, αλλά και την ενδιαφέρουσα λογοτεχνική πρωτοτυπία τους. Τα διηγήματα που ακολούθησαν τη φόρμα του Καλέσματος, κατάφεραν να περιπλέξουν μέσα σ' αυτήν όλα τα διαφορετικά ρεύματα της φανταστικής λογοτεχνίας. Συνδύασαν την επιστημονική φαντασία, το είδος που δημιούργησε ο μεγάλος Λόρδος Ντάνσανυ και που ονομάστηκε αργότερα fantasy, τον υπερφυσικό τρόμο (supernatural horror), στον οποίο μεγαλούργησαν συγγραφείς όπως οι 'Αμπροουζ Μπηρς, Ρόμπερτ Τσέημπερς και Αλτζερνον Μπλάκγουντ, αλλά και το «αστυνομικό» μυθιστόρημα μυστηρίου και suspense, που δημιούργησε ο μεγάλος Έντγκαρ 'Αλαν Πόε. Ο μεγαλοφυής Λάβκραφτ κατάφερε να συνδυάσει όλα αυτά τα είδη -καθώς και δεκάδες άλλες ξέχωρες μέχρι τότε επιρροές- σε ένα πολύπλοκο καινούργιο δημιούργημα, που κανείς δεν ήξερε πώς να ονομάσει, γιατί ήταν εξαιρετικά σύνθετο για να μπει σε μια απλή κατηγορία, αλλά και πολύ συγκεκριμένο για να μην δημιουργήσει από μόνο του μια καινούργια. Έτσι κάποιοι -με πρώτο τον Ώγκαστ Ντέρλεθ- ονόμασαν το είδος «Μυθολογία Κθούλου», λόγω της έλλειψης καταλληλότερου ονόματος.
Στο βιογραφικό σημείωμα για τον Χ. Φ. Λάβκραφτ, που υπάρχει στο βιβλίο Κθούλου, ο Παντελής Γιαννουλάκης προσθέτει:
«Παρ' όλα αυτά, η Μυθολογία Κθούλου αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος από τα διηγήματα του Λάβκραφτ και -κατά την προσωπική μου γνώμη- είναι αμελητέα μπροστά στη σπουδαιότητα όλου του έργου του (συμπεριλαμβανομένης και της αλληλογραφίας του, της ποίησης και των δοκιμίων του). Μάλιστα, συχνά έγινε η αιτία να θεωρηθεί το έργο του "γραφικό", εξαιτίας κάποιων γραφικών λογοτεχνικών προσεγγίσεων που συχνά γίνονται σήμερα από πολλούς "θιασώτες" αυτής της νεο-μυθολογίας. Παρ' όλα αυτά, παραμένει ίσως το πιο σκοτεινό κεφάλαιο της Ιστορίας του Φανταστικού.
»Ο κύριος υπαίτιος για τη διάδοση του σχήματος της Μυθολογίας Κθούλου, ήταν ο συγγραφέας Ώγκαστ Ντέρλεθ (August Derleth, 1909-1971, Wisconsin USA), πιστός φίλος και μαθητής του Λάβκραφτ, ο οποίος, μετά το θάνατο του Χάουαρντ ίδρυσε το θρυλικό εκδοτικό οίκο Arkham House, αφιερωμένο εξ ολοκλήρου στην έκδοση του έργου του Λάβκραφτ και των συγγραφέων του λαβκραφτικού κύκλου.
Ο Λάβκραφτ ήταν σχετικά άσημος όσο ζούσε (δημοσίευε τα διηγήματα του στο pulp περιοδικό Weird Tales και σε ερασιτεχνικά έντυπα της εποχής) και πέθανε μόνος και φτωχός.
Οφείλει τη μεταθανάτια αναγνώριση και διασημότητα του στην αφοσίωση του Ντέρλεθ, ο οποίος έκανε σκοπό της ζωής του να ολοκληρώσει ο ίδιος πολλά από τα ημιτελή διηγήματα του Λάβκραφτ και να κάνει ευρύτερα γνωστό το έργο του φίλου του και τον προσωπικό του κόσμο.
«Εδώ πρέπει να ξεκαθαρίσω κάτι σε όσους από τους αναγνώστες της Λαβκραφτικής Παράδοσης δεν το έχουν υπ' όψιν τους: ο Λάβκραφτ και ο Ντέρλεθ δεν συναντήθηκαν ποτέ προσωπικά, παρά μόνο αλληλογρα-φούσαν (το ίδιο ισχύει και για τον Κλαρκ 'Αστον Σμιθ και τον Ρόμπερτ Χάουαρντ). Ο Ντέρλεθ είδε για πρώτη φορά τον Λάβκραφτ, νεκρό. Επίσης, ο Λάβκραφτ δεν αναφέρθηκε ποτέ στον τίτλο "Μυθολογία Κθούλου", ούτε θεωρούσε πως τα συγκεκριμένα διηγήματα του δημιουργούσαν ένα συγκεκριμένο μυθολογικό κύκλο. Ο όρος "Cthulhu Mythos" επινοήθηκε από τον Ντέρλεθ, μετά το θάνατο του Λάβκραφτ.»
Αν και πρέπει να αναγνωρίσουμε τη «γραφικότητα» σε πολλούς από τους κακούς και άτεχνους μιμητές του Λάβκραφτ, αν προσπαθήσει κανείς να μελετήσει όλα τα μεγάλα αναπάντητα μυστήρια του κόσμου μας, θα ανακαλύψει πως η έμπνευση του έχει επηρεάσει τομείς που φαινομενικά δεν σχετίζονται καθόλου με τη λογοτεχνία του Φανταστικού. Η μοντέρνα συνωμοσιολογία, η φιλοσοφία του 20ου αιώνα, η αποκρυφιστική σκέψη, ο μαγικός ρεαλισμός, η έρευνα του παράξενου, η παραψυχολογία αλλά και η ψυχολογία η ίδια, πολλαπλά κινήματα εικαστικών, μουσικής, δεκάδες κινήματα underground και εκατοντάδες ακόμη πτυχές αυτού του παράξενου πράγματος που ονομάζεται 20ος αιώνας, έχουν όλα μέσα τους, σε μικρές ή μεγάλες δόσεις, κομμάτια από την παράξενη και απροσδιόριστης καταγωγής έμπνευση του. Δεν θα υπερβάλλω σε καμιά περίπτωση, αν ισχυριστώ πως από την οπτική μου γωνία, αναγνωρίζω τις ιδέες του Λάβκραφτ πίσω από οποιαδήποτε ενδιαφέρουσα «νοητική» κατασκευή των τελευταίων 30 ή 40 ετών, από τότε που ο συγγραφέας αυτός έλαβε την παγκόσμια αναγνώριση που του άξιζε.
Όπως λοιπόν είναι κατανοητό, σ' αυτόν εδώ τον πρόλογο δεν είναι δυνατόν να σας παρουσιάσω ολόκληρο το συνδυασμό μυστηρίων που κρύβονται πίσω από τη ζωή και το έργο του συγγραφέα. Εξάλλου, δεν πιστεύω σε καμιά περίπτωση πως αυτό το βιβλίο θα είναι το τελευταίο που θα διαβάσετε με επίκεντρο τον Λάβκραφτ, αλλά -αν δεν είστε ήδη ένας μελετητής του- είμαι σίγουρος πως θα παρασυρθείτε από αυτό για να μελετήσετε και να ερευνήσετε τη ζωή και τις εμπνεύσεις αυτού του τρομακτικά αινιγματικού συγγραφέα.
Ο Παντελής Γιαννουλάκης έχει δημοσιεύσει μια εμπεριστατωμένη βιογραφική μελέτη του -που είναι ταυτόχρονα και μια εμπνευσμένη αναζήτηση των πηγών και των εμπνεύσεων του μεγάλου συγγραφέα- στο βιβλίο Χ. Φ. Λάβκραφτ, "Ταξίδι στη Μοναξιά τον Χρόνου", ενώ μαζί με τον Παντελή, έχουμε κάνει μια πλήρη παρουσίαση της Μυθολογίας Κθούλου στο βιβλίο που ονομάσαμε απλά, Κθούλου.
Το δεύτερο ενδιαφέρον θέμα που πρέπει να έχει υπόψη του ο αναγνώστης του βιβλίου, είναι η παράξενη περίπτωση όχι του συγγραφέα, αλλά του ανθρώπου Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ.
Ήταν ένας ιδιαίτερα ταπεινός -αλλά ταυτόχρονα αριστοκρατικός- άνθρωπος, με τεράστιες ευαισθησίες, λεπτό χιούμορ, απύθμενη γνώση για όλες τις πτυχές της λογοτεχνίας. Δυστυχώς, ενώ ήταν μεγάλη ιδιοφυΐα σε δεκάδες τομείς, δεν είχε καμιά διάθεση να παίξει το επαγγελματικό παιχνίδι του «συγγραφέα». Δεν πίεσε ποτέ τις καταστάσεις για να κερδίσει χρήματα, δεν κυνήγησε ποτέ τη δημοσιότητα, ούτε τις ευκαιρίες. Ήταν ερωτευμένος με την συγγραφική, με έναν τρόπο απόλυτα γνήσιο, ήταν ο απόλυτος «ερασιτέχνης» δηλαδή «εραστής της τέχνης», και σε καμιά περίπτωση δεν ήθελε να την εκμεταλλευτεί για τους ταπεινούς σκοπούς ενός επαγγελματία, δηλαδή να ζήσει από αυτήν.
Έτσι, δεν προσπάθησε ποτέ να γίνει «παραγωγικός» αλλά υπέγραψε στη διάρκεια της ζωής του ελάχιστα έργα. Επίσης, δεν προσπάθησε ποτέ να γίνει «εμπορικός», αλλά έγραφε μονάχα για θέματα και ατμόσφαιρες που τον απασχολούσαν. Ελάχιστα διηγήματα του δημοσιεύτηκαν όσο αυτός ζούσε. Τα περισσότερα βρέθηκαν κλειδωμένα στα συρτάρια του, μισοτελειωμένα, χωρίς να τους έχουν γίνει ποτέ διορθώσεις και αναθεωρήσεις. Ακόμη κι έτσι όμως, σε κάθε έργο του κρύβεται ένας τεράστιος πλούτος ατμοσφαιρών, παράξενων ιδεών και φιλοσοφικών αναζητήσεων, που ανάλογος δεν συγκεντρώθηκε παρά από ελάχιστους άλλους ανθρώπους της ιστορίας.
Δυστυχώς, οι άνθρωποι είμαστε ιδιαίτερα σκληροί -και πολλές φορές ανόητοι. 'Οταν μέσα από τις προσπάθειες δεκάδων φίλων και οπαδών του τα έργα του Λάβκραφτ είδαν τελικά το φως -και ενώ, όπως είπαμε, η έμπνευση του επηρέασε εκατοντάδες μεγάλους καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, συγγραφείς, φιλόσοφους- η στείρα ακαδημαϊκή λογοτεχνική κοινότητα απέρριψε αρχικά το Λάβκραφτ και δεν τον δέχτηκε σαν μεγάλο συγγραφέα, γιατί... τα κείμενα του είχαν λάθη. Αντί να αναγνωριστεί η σπανιότατη ικανότητα του στο χειρισμό και την κατασκευή λογοτεχνικών πραγματικοτήτων, κατηγορήθηκε πως χρησιμοποιούσε «υπερβολικά επίθετα». Αντί να αναγνωριστεί πως με τα διηγήματα του δημιουργούσε ένα καινούργιο μεγάλο ρεύμα, σχολιάστηκε πως έγραφε «ιστορίες με τέρατα». Και δυστυχώς, η αμερικάνικη εμπορική πραγματικότητα δεν βοήθησε καθόλου να διορθωθεί αυτή η αδικία. Οι άσχετοι πωλητές βιβλίων δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν στον Λάβκραφτ τίποτε παραπάνω από μια «ακατάσχετη τερατολογία», όπως ακριβώς δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τίποτε παραπάνω από «παιδικές ιστορίες» στα καταπληκτικά φιλοσοφικά παραμύθια του C. S. Lewis ή «ιστορίες με διαστημόπλοια και ρομπότ» στον μεταγενέστερο μεγάλο Φίλιπ Ντικ.
Αλλά τελικά, όπως συμβαίνει πάντοτε, οι σημαντικοί άνθρωποι αναγνωρίζονται μόνο μετά το θάνατο τους. Ίσως επειδή ο Χ. Φ. Λάβκραφτ ήταν πολύ μεγαλύτερος από ότι μπορούσαν να καταλάβουν οι σύγχρονοι του, ακόμη και αφού πέθανε άργησε να αναγνωριστεί.
Έπρεπε να περάσουν σχεδόν 50 χρόνια(!) από το θάνατο του για να φτάσει το έργο του στην Ελλάδα, και έπρεπε πρώτα να «εγκλιματιστούμε» στην νέα εποχή της σχεδόν μαγικής τεχνολογικής και επιστημονικής εξέλιξης, για να καταλάβουμε τι περίπου υπαινισσόταν ο άνθρωπος αυτός στα διηγήματα του. Και μη νομίσετε φυσικά πως σήμερα είναι απόλυτα κατανοητό σε όλους το βάθος του οράματος του. Κανείς δεν είναι σίγουρος αν αυτά που κάποιοι απορρίπτουν σαν «αποκρυφιστικά γαρνιρίσματα» στα κείμενα του -αφού δεν μπορούμε να τα κατανοήσουμε- είναι ή δεν είναι σημαντικές ιδέες που απλώς δεν έχουμε τα κλειδιά για να ξεκλειδώσουμε.
Σκεφτείτε πως ο Λάβκραφτ μιλούσε το 1930 για υπερδιάστημα και χωροχρόνο, για τετραδιάστατες γεωμετρίες και νοητικές οντότητες, για μακρινούς πλανήτες σε άλλα ηλιακά συστήματα και όντα που η βιολογία τους βασίζεται σε αρχές τελείως διαφορετικές από αυτές της δικής μας βιολογίας. Την ίδια εποχή, ενώ η επιστημονική γνώση αυτών των πραγμάτων ήταν μεν υπαρκτή, ελάχιστοι υποψιάζονταν πως ο χώρος και ο χρόνος είναι σχετικά και όχι απόλυτα, πως υπάρχει κάτι πέρα από τον πλανήτη μας, πως τα μαθηματικά μελετούν διαστάσεις πέρα από τις τέσσερις γνωστές. Αν και νομίζουμε πως σήμερα η άγνοια έχει πλέον μειωθεί, λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να φανταστούν τι σημαίνουν όλα αυτά.
Όσοι έχετε υπόψη σας το συνολικό έργο που είναι υπογεγραμμένο από τον Λάβκραφτ, σίγουρα θα έχετε την απορία, πώς ένας άνθρωπος που κινήθηκε τόσο ταπεινά όσο ο συγγραφέας αυτός, κατόρθωσε να επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό. Τα άπαντα του (που δημοσιεύτηκαν από τον εκδοτικό οίκο Arkham House, που ίδρυσε ο στενός αλληλογράφος και φίλος του Λάβκραφτ, συγγραφέας Ώγκαστ Ντέρλεθ) σχημάτιζαν μετά βίας τρία βιβλία μέσου μεγέθους. Αλλά, όπως αργότερα ανακαλύφθηκε, ο Λάβκραφτ είχε γράψει και δεκάδες άλλα διηγήματα και κείμενα, τα οποία, πολύ απλά, δεν υπέγραφε ο ίδιος. Ο Λάβκραφτ για να επιβιώσει, εργάστηκε σαν «ghost-writers», σαν συγγραφέας-φάντασμα, που για ελάχιστα χρήματα έγραφε διηγήματα για λογαριασμό άλλων. Ο Παντελής Γιαννουλάκης, περιγράφει πολύ αναλυτικά όλη αυτή την παράξενη κατάσταση στο βιβλίο του Χ. Φ. Λάβκραφτ, Ταξίδι στη Μοναξιά τον Χρόνου:
«Γύρω στο 1918-19, ο Χάουαρντ ανακάλυψε ότι κάποιοι από τους συναδέλφους του στην Ένωση Ερασιτεχνικού Τύπου και κάποιοι ανταποκριτές του, ευχαρίστως θα τον πλήρωναν για να διορθώνει, να επιμελείται και να διασκευάζει τα γραπτά τους (για να κάνει revisions). Οι φίλοι του τον παρότρυναν να ακολουθήσει την καριέρα του συγγραφικού επιμελητή. Φυσικά, οι αμοιβές ήταν πενιχρές, αλλά τουλάχιστον ο Χάουαρντ θα δούλευε στο στοιχείο του. Μέχρι τότε, είχε δοκιμάσει το συγγραφικό ταλέντο του γράφοντας πολλά ποιήματα και δοκίμια, άρθρα και αναλύσεις, και είχε ήδη γράψει (μέχρι το 1919) μερικά αξιόλογα διηγήματα:
Ο Αλχημιστής (The Alchemist), Το Κτήνος Μέσα στη Σπηλιά (The Beast in Cave), Ντάγκον (Dagon), ο Τύμβος (The Tomb)), Πολάρις (Polaris), Πέρα από το Τείχος τον Ύπνου (Beyond the Wall of Sleep), Το Λευκό Καράβι (The White Ship), Η Καταδίκη που Ήρθε στη Σαρνάθ (The Doom that Came to Sarmath), Η Αναφορά τον Ράντολφ Κάρτερ (The Statement fo Randolph Carter).
» Ετσι, για να κερδίσει όσο μπορούσε τα προς το ζην, ο Λάβκραφτ έγινε "ghost-writer", ένας συγγραφέας-φάντασμα, που έγραφε και επιμε-λούνταν κείμενα στα οποία θα έμπαιναν οι υπογραφές άλλων.
Για όλη την υπόλοιπη ζωή του, υπολογίζω ότι τα 3/5 του εισοδήματος του προερχόταν από τέτοιου είδους εργασίες, το 1/5 από βοήθειες των συγγενών του (και αργότερα της γυναίκας του και κάποιων στενών φίλων) και μονάχα το υπόλοιπο 1/5 προερχόταν από τις σποραδικές δημοσιεύσεις των διηγημάτων του, κυρίως στο λογοτεχνικό περιοδικό Weird Tales.
»Ένα μεγάλο μέρος της εργασίας του με τις επιμέλειες και τα revisions, αποτελούνταν απλά από διορθώσεις ορθογραφικών λαθών, συντακτικού και γραμματικής, αλλά και κάποια βελτίωση του ύφους του γραπτού. Αλλά πολλές φορές, όταν μια ιστορία κάποιου πελάτη του ερέθιζε τη φαντασία του Χάουαρντ, ξανάγραφε όλο το κείμενο, χρησιμοποιώντας περισσότερο δικές του ιδέες, παρά τις αρχικές του συγγραφέα.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλοί να του δίνουν απλώς μερικές ιδέες τους σε μορφή πρόχειρων σημειώσεων, κι ο Λάβκραφτ να γράφει το έργο, το οποίο τελικά υπέγραφαν αυτοί ως δικό τους δημιούργημα. Σε άλλες περιπτώσεις, μέσω αλληλογραφίας, ο Λάβκραφτ τους έδινε δικές του ιδέες, αυτοί έγραφαν ένα σκαρίφημα, και έπειτα ο Χάουαρντ το διόρθωνε και το τελειοποιούσε για λογαριασμό τους. Καθώς απεχθανόταν τις εμπορικές συναλλαγές και είχε ελάχιστη συνείδηση της αληθινής αξίας του ταλέντου και των γνώσεων του, χρέωνε τους "πελάτες" του με τιμές κατά πολύ κατώτερες από τις συνηθισμένες της αγοράς.
»Σε μια λίστα του 1933, σημειώνει τιμές που δείχνουν ότι για την πλήρη επιμέλεια κέρδιζε μισό δολάριο για χίλιες λέξεις, ενάμισι δολάριο για πάνω από πέντε χιλιάδες λέξεις με αύξηση είκοσι σεντς ανά χίλιες λέξεις, ενώ για ένα πλήρες ghost-writing χρέωνε δύο δολάρια τη σελίδα. Φυσικά, οι τιμές είναι εξευτελιστικές, σχεδόν προσβλητικές, ακόμη και για εκείνη την εποχή. Και το αστείο είναι ότι σπάνια κατάφερνε να πληρωθεί ακόμη και τις τιμές αυτής της λίστας.
Ένα μικρό χαρακτηριστικό παράδειγμα της αισχρής εκμετάλλευσης που γινόταν εις βάρος αυτού του φτωχού μοναχικού συγγραφέα, είναι το πλήρες revision που έκανε για τον επίδοξο συγγραφέα Αντόλφ ντε Κάστρο, στη νουβέλα του "Ο Τελευταίος Εκτελεστής" (The Last Executioner), δεκαοκτώ χιλιάδων λέξεων, την οποία ο Λάβκραφτ ξανάγραψε εξ ολοκλήρου, κερδίζοντας δεκαπέντε δολάρια. Ο ντε Κάστρο πούλησε την ιστορία στο Weird Tales για διακόσια είκοσι δολάρια!
«Γενικά, ο Λάβκραφτ ήταν πολύ καλός στη δουλειά του, πολύ συνεπής και υπερβολικά εργατικός, αλλά και τελείως αγαθός, σχεδόν θεωρούσε ότι οι άλλοι του έκαναν χάρη που τον μίσθωναν. Με το ζόρι τα έβγαζε πέρα, και συχνά αντιμετώπιζε προβλήματα για να πληρωθεί ακόμη και τις πενιχρές αμοιβές του, τις οποίες πολλές φορές του τις καθυστερούσαν, ενώ υπήρχαν και περιπτώσεις που δεν τον πλήρωναν καν. Φυσικά, αυτός τους τα χάριζε. Μερικές φορές μάλιστα, έστελνε πίσω κάποια τσεκ, όταν θεωρούσε ότι δεν είχε εργαστεί αρκετά για κάποια αμοιβή κι ότι δεν του άξιζαν!
Όταν μία από τις τελευταίες πελάτισσες του τον είχε ρωτήσει πόσα θα της χρέωνε για μια μεγάλη εργασία, αυτός της είχε απαντήσει ότι μπορούσε να του πληρώσει ό,τι είχε ευχαρίστηση. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι θα ήταν ευτυχισμένος αν κατάφερνε να κερδίζει δεκαπέντε δολάρια την εβδομάδα και πως αυτά του ήταν αρκετά. Περηφανευόταν ότι είχε καταφέρει να μειώσει τα έξοδα για φαγητό σε ενάμισι δολάριο την εβδομάδα(!!!), για να μπορεί να αγοράζει βιβλία και να κάνει κάποιες οικονομίες για τα ταξίδια του και για γραμματόσημα.
»Ο Ντέηβιντ Βαν Μπους, ένας από τους πρώτους πελάτες του Λάβκραφτ, παρέμεινε μία από τις βασικές πηγές εισοδήματος του για μία δεκαετία. Ο Μπους ήταν ομιλητής (έδινε διαλέξεις σε περιοδείες), «μαγνητικός θεραπευτής» και συγγραφέας μικρών βιβλίων που κοροϊδεύουν τον κόσμο, του στυλ "Πώς να Διαβάζετε τη Σκέψη των 'Αλλων", "Μάθετε τη Γλώσσα του Πρόσωπου και των Κινήσεων", "Πώς να Γίνετε Καλύτεροι στο Σεξ", "Πρακτική Ψυχολογία και Μάρκετινγκ", "Επιστημονικός Τρόπος Ζωής", "Ανάλυση Χαρακτήρων", "Το Μυστικό της Ευτυχίας", "Προσευχή και θεραπεία", "Μιλήστε με το Θεό", και άλλα παρόμοια.
Ο Μπους ήταν ένας κοντόχοντρος φαφλατάς τσαρλατάνος, με "μαγνητική γοητεία στο βλέμμα" και ψευδο-επιστημονική συμπεριφορά, είχε ακόμη και ποιητικές φιλοδοξίες, χωρίς ίχνος ποιητικού ταλέντου. Ο Λάβκραφτ εξοργιζόταν μαζί του, κυριολεκτικά τον μισούσε, και αηδίαζε που δούλευε για λογαριασμό του, αλλά δεν μπορούσε να αρνηθεί τη δουλειά, γιατί ο Μπους ήταν από τους ελάχιστους καλοπληρωτές. Αλλά, νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα από τα κείμενα που έδινε στον Χάουαρντ για επιμέλεια και διασκευή:
» "Η μεγαλοφυία συνίσταται στο να συλλέγεις το πιπέρι σου. Κάθε άνθρωπος έχει μια ορισμένη ποσότητα πιπέρι στον οργανισμό του. Ναι, έχεις. Τα σκουλήκια σε τρώνε, αν δεν έχεις πιπέρι στο σύστημα σου. Ακόμη κι αν πιστεύεις ότι δεν έχεις πιπέρι κι ότι σε τρώει το σαράκι, παρ' όλα αυτά έχεις μια ευκαιρία για να συλλέξεις όσο πιπέρι σου απομένει..." »
Ο Μπους έστειλε ένα "μαγνητικό" ποίημα στον Λάβκραφτ για να το διορθώσει:
Μην έχεις φάτσα κατσούφα και σουφρωμένη
Μοιάζεις σαν μπαμπουίνος, ναι
Πετά ένα χαμόγελο πάνω στο πηγούνι
όπως αυτό που έχει το φεγγάρι.
Κι έτσι με το χαμόγελο να ρίχνεις κάθ' εχθρό
δώσ' τα όλα, ναι, με προσόν, και τίναξέ τους στον αέρα!...
»Ο Χάουαρντ του το ξανάγραψε, μεταλλάσσοντας το κάπως έτσι:
Σκυθρωπό μην αφήνεις το πρόσωπο σου
μακριά το κτήνος δίωξε απ' τον καθρέφτη
κι ένα χαμόγελο ζωγράφισε στα χείλη
μέσα στη νύχτα όπως αυτό τον φεγγαριού.
Κι έτσι να χαμογελάς μπροστά στον εχθρό στις μάχες της ζωής
γενναία να βαδίζεις και για την αρετή να πολεμάς...
»Το 1921, έπειτα από τρία χρόνια ghost-writing για τον Μπους, ο Λάβκραφτ άρχισε να διαμαρτύρεται έντονα στους φίλους του ότι είχε αρχίσει να νιώθει "σαν βάλτος γεμάτος αηδιαστικές ανοησίες από τα απορρίμματα αυτού του απερίγραπτου ανθρώπινου τερατουργήματος που λέγεται Μπους..." (Κι αυτό ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να πει ο Χάουαρντ για έναν άνθρωπο, ξεπερνώντας βλάσφημα την ψύχραιμη ευγένεια του). »
Κατά την ίδια περίοδο, ο Λάβκραφτ ξανάγραψε δύο διηγήματα για λογαριασμό μιας πελάτισσας του, ερασιτέχνισσας ποιήτριας, της Γουίνιφρεντ Βιρτζίνια Τζάκσον, ή μάλλον, είχαν μια συγγραφική συνεργασία, γιατί αμφιβάλλω αν της πήρε Χρήματα, αφού την έβλεπε πολύ φιλικά, και απ' ότι φαίνεται ερωτικά. (Πολλά έχουν ειπωθεί για κάποιο αθώο ερωτικό ειδύλλιο που ίσως παίχτηκε μεταξύ τους). Και οι δύο ιστορίες εμφανίστηκαν σε διάφορα ερασιτεχνικά περιοδικά με τα ψευδώνυμα Λιούις Τέομπαλντ Τζούνιορ και Ελιζαμπώ Νέβιλ Μπέρκλεϋ. Σήμερα πλέον, θεωρούνται ως έργα του Χ. Φ. Λάβκραφτ.»
Τα διηγήματα που ο Λάβκραφτ έγραψε με άλλους όσο ζούσε ονομάστηκαν «συνεργασίες», άσχετα αν το όνομα του δηλωνόταν ή όχι στον τίτλο τους. Σε πολλά συγκεκριμένα διηγήματα μάλιστα (όπως π. χ. στο Έρπον Χάος αυτού του βιβλίου, που υποτίθεται πως το έγραψε μαζί με την Γουίνιφρεντ Τζάκσον), οι ακαδημαϊκοί μελετητές δεν αναγνωρίζουν ούτε μια πρόταση που να γράφτηκε από κάποιον άλλο πέρα από τον Λάβκραφτ.
Κανείς δεν ξέρει ποια είναι η περίφημη «συνεισφορά» της Τζάκσον στο διήγημα, και πολλοί αξιόλογοι μελετητές, όπως ο S. T. Joshi, ισχυρίζονται πως η Τζάκσον δεν πρόσθεσε ούτε μια λέξη, αλλά ο Λάβκραφτ θέλησε απλώς να της το αφιερώσει, προσθέτοντας το ψευδώνυμο της δίπλα στο δικό του.
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην καταπληκτική μίνι-νουβέλα "Ο Λόφος", ο Λάβκραφτ βασίστηκε σε μια απλή ιδέα της υπογράφοντος συγγραφέα (σ' αυτή την περίπτωση της Ζήλια Μπίσοπ) και έγραψε ο ίδιος ολόκληρο το διήγημα. Έτσι, ο "Λόφος" συμβαδίζει απόλυτα με τα δικά του υπογεγραμμένα διηγήματα, που όπως είπαμε, ήταν τότε σχεδόν όλα άγνωστα, αδημοσίευτα και κλειδωμένα στο συρτάρι του.
Ο Ώγκαστ Ντέρλεθ και ο Φρανκ Μπέλκναπ Λονγκ προσπάθησαν μετά το θάνατο του να μειώσουν το μέγεθος τους και να επεξεργαστούν κάποια από αυτά τα διηγήματα, με σκοπό να τα δημοσιεύσουν στο Weird Tales, αλλά στο βιβλίο που κρατάτε βρίσκονται οι αρχικές, πρωτότυπες εκδόσεις, που ανακαλύφθηκαν ανάμεσα στα υπάρχοντα του Λάβκραφτ, γραμμένες από το χέρι του.
Πολλά από τα έργα του Λάβκραφτ αναγνωρίστηκαν από τις αναφορές που έκανε ο ίδιος και οι αλληλογράφοι του σ' αυτά, καθώς η αλληλογραφία τους ήταν πολύ περιεκτική σε σχετικές λεπτομέρειες. Όσο για τους υπογράφοντες συγγραφείς, οι περισσότεροι παραδέχτηκαν πως ο Λάβκραφτ ήταν αυτός που έγραψε πραγματικά τα κείμενα, κάτι που η λογοτεχνική ανάλυση επίσης απέδειξε.
Παρ' όλα αυτά υπάρχουν πιθανότατα εκατοντάδες διηγήματα του Λάβκραφτ που δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη. Ίσως ο Λάβκραφτ να έχει γράψει ακόμη τα διηγήματα δεκάδων άγνωστων και γνωστών συγγραφέων. Οι αλλαγές όμως που πιθανόν να έγιναν στα κείμενα από τους συγγραφείς αυτούς, δυσκολεύει τον έργο της αναγνώρισης τους ως έργα του Λάβκραφτ. Η Terra Nova έχει δεκάδες άγνωστα διηγήματα του Λάβκραφτ, πέρα από αυτά που περιέχονται μέσα σε αυτό το βιβλίο, τα οποία είναι αναγνωρισμένα από τη διεθνή κοινότητα σαν δικά του. Φυσικά, έχουμε σκοπό να τα δημοσιεύσουμε όλα, στα επόμενα βιβλία που θα εκδοθούν στο μέλλον.
Μετά τον πρόωρο θάνατο του Λάβκραφτ, οι φίλοι και συνεργάτες του θεώρησαν υποχρέωση τους να συνεχίσουν το έργο του και να τελειώσουν τα διηγήματα του που είχαν μείνει ασυμπλήρωτα.
Ο Λάβκραφτ για ακόμη μια φορά έγινε ουγγραφέας-φάντασμα, αλλά αυτή τη φορά σαν πραγματικό φάντασμα... Οι φίλοι του προσπάθησαν να «επικοινωνήσουν πνευματικά μαζί του», να μείνουν πιστοί στο πνεύμα του και να αποδώσουν αυτό που γνώριζαν πως ήθελε να γράψει ο Λάβκραφτ.
Ειδικά ο Ντέρλεθ, με απόλυτο σεβασμό στο πνεύμα του χαμένου φίλου του, προσπάθησε να συμπληρώσει όλα τα ανολοκλήρωτα διηγήματα του. Αυτά τα διηγήματα ονομάστηκαν «αναθεωρήσεις» ή «συνεργασίες μετά το θάνατο». Το αν τα κατάφερε καλά ή όχι, είναι ακόμη και σήμερα, τόσα χρόνια μετά, θέμα για πολλές διαφωνίες και συζητήσεις. Αλλά όλοι πρέπει να έχουμε υπόψη μας πως ο Ντέρλεθ είχε πραγματικά σκοπό να διατηρήσει τη μνήμη του αγαπημένου του δάσκαλου και φίλου.
Σε κάθε περίπτωση, ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου πρέπει να έχει τη βεβαιότητα πως τα κείμενα που διαβάζει, είναι γραμμένα από τον Λάβκραφτ στο μεγαλύτερο μέρος τους. Ακόμη και στις περιπτώσεις που είναι «μετά θάνατον αναθεωρήσεις» είναι τόσο ποτισμένα από το πνεύμα του πραγματικού δημιουργού τους, από το όραμα του και την τεχνική του, που ανήκουν όντως σε αυτόν.
Ο Ώγκαστ Ντέρλεθ, για τις δικές του συνεισφορές -που μπορούμε να πούμε πως είναι οι μόνες στις οποίες ο όγκος της πρωτότυπης γραφής του Λάβκραφτ είναι ίσος ή μικρότερος από το τελικό μέγεθος του διηγήματος- γράφει: «Οι καλύτερες από αυτές τις ιστορίες είναι σίγουρα αρκετά καλές για να σταθούν ανάμεσα στις ιστορίες του Λάβκραφτ -και γιατί όχι;- αφού αυτός έγραψε το κύριο μέρος από ό,τι είναι αξιομνημόνευτο σ' αυτές!»...
Πηγη:H Εισαγωγή του Λουκά Καβακόπουλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου