Ο Αφέντης και δούλος είνα νουβέλα του Τολστόι
που έγραψε από το 1894-1895, πενήντα πέντε σελίδων και δέκα ενοτήτων,
που αναφέρεται στη θυσία του αφεντικού κατά τη διάρκεια μιας νύχτας που
παγιδευτήκανε από την χιονοθύελλα του γνωστού ρωσικού χειμώνα.
Στις σελίδες της είναι τοποθετημένο ένα πρόβλημα που θα πάρει αργότερα την πρώτη θέση σ΄όλη την πνευματική δημιουργία του Τολστόι: η αναγέννηση των ανθρώπων εκείνων, που ενώ ανήκουν στις προνομιούχες τάξεις, αντιλαμβάνονται την κοινωνική αδικία, την ηθική ποταπότητα και την ψευτιά του περιβάλλοντός τους.
Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του Τολστόι, ένας τέτοιος άνθρωπος (αδιάφορο αν είναι ο εισαγγελέας Ιβάν Ιλίτς ή ο έμπορος Βασίλη Αντριέϊτς Μπριεχούνωφ ή ο ευγενής Νιεχλιούντωφ στο μυθιστόρημα «Ανάσταση» και το «Πρωινό ενός Τσιφλικά») μπορεί ν΄αρχίσει μια καινούργια «αληθινή ζωή», αρκεί μονάχα να κατανοήσει πως όλη η περασμένη του ζωή είναι «κάτι άλλο».
Στις σελίδες της είναι τοποθετημένο ένα πρόβλημα που θα πάρει αργότερα την πρώτη θέση σ΄όλη την πνευματική δημιουργία του Τολστόι: η αναγέννηση των ανθρώπων εκείνων, που ενώ ανήκουν στις προνομιούχες τάξεις, αντιλαμβάνονται την κοινωνική αδικία, την ηθική ποταπότητα και την ψευτιά του περιβάλλοντός τους.
Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του Τολστόι, ένας τέτοιος άνθρωπος (αδιάφορο αν είναι ο εισαγγελέας Ιβάν Ιλίτς ή ο έμπορος Βασίλη Αντριέϊτς Μπριεχούνωφ ή ο ευγενής Νιεχλιούντωφ στο μυθιστόρημα «Ανάσταση» και το «Πρωινό ενός Τσιφλικά») μπορεί ν΄αρχίσει μια καινούργια «αληθινή ζωή», αρκεί μονάχα να κατανοήσει πως όλη η περασμένη του ζωή είναι «κάτι άλλο».